Ξυπνώντας τα χαράματα όπως κάθε πρωί λίγο πριν τις έξι, και πριν καν φέξει, ανάβω ένα τσιγάρο, μαζί με τον πρωινό καφέ. Εκείνο το πρωινό όμως ήταν αλλιώτικο. Έχω ένα κακό συνήθειο, “άγρια” χαράματα, να βγαίνω στη βεράντα μιας και δεν μου αρέσει να καπνίζω μέσα στο σπίτι. Και να απολαμβάνω τον μικρό μου κήπο. Γενικά , θα έπρεπε να μην καπνίζω αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία..
Και κει που μπαίνω ξανά μέσα στην κουζίνα βλέπω στο πάτωμα, κάτι παράξενο, σαν ένα κομματάκι από κέικ, παρόλο που δεν θυμόμουν να είχα φάει τελευταίως και πόσο μάλλον, εδώ και μήνες, κέικ. Το πιάνω, και το ρίχνω στο κάλαθο. Μετα, παρατηρώ καλυτέρα το πάτωμα. Βλέπω λίγο παραπέρα ένα ατελές ασπόνδυλο ζώο, και για να είμαστε πιο κατανοητοί, ένα λεπτό αηδιαστικό σκουλήκι το οποίο ήταν ζωντανό, γύρω στα δέκα εκατοστά. Αφού βάζω μια φωνή, που κράτησε περίπου πέντε δευτερόλεπτα, το μαζεύω και το ρίχνω στον εξωτερικό κάλαθο όσο πιο μακριά γινόταν. Βλέπω τη βεράντα…παντού σκουλήκια, τα οποία βγήκαν από το γρασίδι λόγω της βροχής. Καλή και αναγκαία η βροχή, αλλα ανατριχιαστικό το τελικό θέαμα. Ένα από τα κατά, του να έχεις γρασίδι είναι και το ψέκασμα. Ομολογώ πως το αμέλησα. Και να που βγήκαν τα μικρά τερατάκια της βροχής..
Και αναπόλησα, ξανά, τις παιδικές μου δραστηριότητες. Παιδάκι σαν ήμουν, πέντε χρονών, να πιάνω την κατσαρίδα χωρίς ίχνος φόβου, από την κεραία της και να την κάνω “Κούνια Μπέλα”. Τη σαύρα, που χάζευα και ανάμενα μέχρι να της κόψω την ουρά. Την μέλισσα, που καρφώθηκε πανω στον αντίχειρα μου, και να μην βγάζω ούτε κιχ. Γενικά, με τα ερπετά, τα ζωύφια και με κάθε πετούμενο, δεν είχα φοβίες. Τι συνέβη μεγαλώνοντας θε μου;
Και γιατί να κάνω στα καλά καθούμενα, αυτό το συνειρμό; Ίσως με προβλημάτισε, για λίγο, η έλλειψη φοβίας κατά την παιδική μου ηλικία. Ή ίσως το ότι μάζεψα προσφάτως, το κουλουριασμένο σκουληκάκι που νόμιζα ότι ήταν κομματάκι κέικ, ενώ ξεγελάστηκα, χωρίς να το πάρω είδηση.
Οι συνειρμοί, όσο και αν θέλουμε, ή δεν θέλουμε, έρχονται απρόσμενα, μέσα από τις διάφορες εικόνες στην καθημερινότητα μας. Πόσες φορές πιαστήκαμε εντελώς ασυναίσθητα, να θυμόμαστε κάτι, επειδή ξαφνικά βλέπουμε κάτι;
Δεν υπάρχει λόγος, να φοβόμαστε οτιδήποτε “αηδιαστικό” το οποίο φαίνεται εκ πρώτης όψεως και το βλέπουμε καθαρά. Διότι το βλέπουμε και άρα το ξέρουμε. Εναπόκειται, όμως, στις αντοχές του κάθε ένα από εμάς, μικρούς και μεγάλους. Και εναπόκειται φυσικά και στον τρόπο που διδαχθήκαμε ή εκπαιδευτήκαμε, όσον αφορά τη σχέση μας με τα “αηδιαστικά” ζωντανά της φύσης.
Δεν λέω γενικά να μην φοβόμαστε, λέω ότι περισσότερο θα πρέπει να φοβόμαστε, και να προσέχουμε, τον τρόπο που παρουσιάζονται κάποια σκουλήκια μπροστά μας. Διότι υπάρχουν σκουλήκια που ξεγελάνε, είτε γιατί εμφανίζονται μέσα στο σκοτάδι μας, είτε γιατί μοιάζουν αρχικά σαν ένα κομματάκι κέικ.
Και σαφώς, τα αληθινά σκουλήκια πάντα θα υπάρχουν σε τούτη τη γη, βρέξει δεν βρέξει. Ελπίζω, να μην έθιξα τους σκουληκολάτρες ε;

