
Ως μικρότερη, γύρω στα είκοσι ετών, και κάτι, είχα πολύ μακρυά μαλλιά. Άγρια και ανέμελα.
Με τα κομμωτήρια, δεν τα πήγαινα πάντα, πολύ καλά. Αντε, το πολύ, να πήγαινα, μια φορά το χρόνο, για να κοπούν και για να δυναμώσουν. Χωρίς πολλά πολλά. Χωρίς βαφές. Λίγο με ενδιέφερε, σε ό, τι είχε σχέση με την εξωτερική ομορφιά, ή με την έξτρα πινελιά, στα μαλλιά μου.
Αυτό κράτησε περίπου, μέχρι τα τριάντα τέσσερα μου, έτη. Νομίζω, πως το ότι τα έκοψα, τόσο πολύ κοντά, με αποδυνάμωσε. Τόλμησα να τα έχω και ξανθά (μετά από μια ατυχή συνεννόηση περί χρώματος, με την κομμώτρια μου). Δεν ένιωθα πια το ίδιο, εξωτερικά. Ήταν τόσο κοντά. Και στη συνέχεια, γινόντουσαν, αδυναμα. Όπως τον Σαμψών, από την Παλαιά Διαθήκη. .
Τώρα πια, στη δεύτερη δεκαετία της ζωής μου, έχω πάλι, τα μακρυά μαλλιά μου. Με ταλαιπωρεί λίγο, το γεγονός, του να είναι συνεχώς, ισιωμενα και περιποιημένα, αλλά πραγματικά, μου χει λείψει αυτή η εξωτερική εμφάνιση και κυρίως, η ενδυνάμωση.
Δεν γνωρίζω, μέχρι πότε.
Γνωρίζω όμως, πως την ευθύνη, για το μέσα μας, ή το έξω μας, μονάχα, εμείς την έχουμε.
